ΈΛΛΗΝΕΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ: ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΈΛΛΗΝΕΣ
Το χρονικό της μεγάλης τραγωδίας
της Χριστιάννας Λούπα (8-6-06), Δικηγόρου και Συγγραφέως.
Το άρθρο αυτό που μόλις αρχίσατε να διαβάζετε δεν είναι παρά ένας ελάχιστος φόρος τιμής στις χιλιάδες αθώες ψυχές που χάθηκαν ανάμεσα στα 1914 και 1922, επειδή είχαν την «ατυχία» να κατοικούν στα βόρεια της Μικράς Ασίας, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου και να είναι χριστιανοί.
Το άρθρο αυτό δεν είναι παρά ένα ευλαβικό μνημόσυνο για τους ανθρώπους εκείνους, που ανελέητα εκτοπίστηκαν, βασανίστηκαν και σφαγιάστηκαν στο όνομα της τουρκικής εθνοκάθαρσης, επειδή γεννήθηκαν Έλληνες και παρέμειναν Έλληνες ως το τέλος. Το άρθρο αυτό σκοπό έχει να θυμίσει μα πάνω απ’ όλα να ενημερώσει. Να ενημερώσει τους νεοέλληνες για την ιστορία εκείνη που ποτέ δεν έμαθαν στα σχολεία. Γιατί όλοι έχουμε ακούσει για τις δύο μεγάλες γενοκτονίες του αιώνα, των Αρμενίων και των Εβραίων. Για τη γενοκτονία των Ποντίων όμως, τη «δική μας» γενοκτονία, ποιος απ’ όλους εμάς γνωρίζει στ’ αλήθεια;
Μετά τη διάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας και για οκτώ ακόμα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης ένα σημαντικό κομμάτι του ελληνισμού, ο Πόντος, παρέμενε ελεύθερο. Το 1461, η άλωση της Τραπεζούντας σήμανε την απώλεια της ανεξαρτησίας του, αλλά όχι και της εθνικής συνείδησής του, η οποία διατηρήθηκε αμείωτη στο πέρασμα των αιώνων. Περίπου 600.000 Έλληνες παρέμειναν εγκατεστημένοι στην περιοχή, ενώ, μετά την άλωση, 150.000 μετοίκησαν στον Καύκασο. Πράγματι, η περιοχή ακμάζει, τα γράμματα και οι τέχνες ανθίζουν. Τα αμέτρητα ελληνικά σχολεία – με πιο φημισμένο το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας – δεν παύουν στιγμή να διδάσκουν στα παιδιά την ελληνική κουλτούρα και να μεταλαμπαδεύουν την πολιτιστική μας κληρονομιά. Οι εφημερίδες, τα περιοδικά, τα τυπογραφεία, οι λέσχες και τα θέατρα δεν μπορούν παρά να μαρτυρούν το ψηλό πνευματικό επίπεδο των Ελλήνων του Πόντου. Η εμπλοκή της Τουρκίας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών, ωστόσο, και η ανοδική πορεία των Νεοτούρκων με ηγέτη τον Μουσταφά Κεμάλ προς την εξουσία, έμελλαν να αλλάξουν το ρου της Ιστορίας και να μετατρέψουν τη ζωή των μειονοτήτων, που επί αιώνες ζούσαν ειρηνικά στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, σε έναν ανατριχιαστικό εφιάλτη.
Πράγματι, το 1914, οι ίδιοι οι Γερμανοί συμβούλεψαν τους συμμάχους τους να εκτοπίσουν στο εσωτερικό της Ανατολίας, σε βάθος τουλάχιστον 200 χιλιομέτρων, τους χριστιανούς, επειδή πίστευαν ότι θα ήταν επικίνδυνοι για την έκβαση του πολέμου, ενώ ο Κεμάλ, γνωστός πια σαν «γκρίζος λύκος», οραματίζεται την οικονομική απεξάρτηση από τις Μεγάλες Δυνάμεις και την εθνοκάθαρση, ξεριζώνοντας τις «αμελητέες» μειονότητες και παραδίδοντας την «Τουρκία στους Τούρκους».
Το 1915 καταρτίζεται το σχέδιο της εξολόθρευσης των χριστιανικών πληθυσμών, ενώ τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς διαδραματίζεται η φοβερή σφαγή των Αρμενίων. Ταυτόχρονα, υιοθετείται σειρά μέτρων για την εξόντωση των Ελλήνων, που αφορά περιορισμούς στην άσκηση του επαγγέλματός τους και απαγόρευση στους μουσουλμάνους να εργάζονται με Έλληνες. Όλα δείχνουν πως η μοίρα του ποντιακού ελληνισμού είναι μάλλον προκαθορισμένη, εκείνοι, όμως, δεν φαίνονται καθόλου διατεθειμένοι να το βάλουν κάτω εύκολα.
Και στο σημείο αυτό ανοίγει μια σελίδα της Ιστορίας που ελάχιστος κόσμος γνωρίζει. Τα παλικάρια του Πόντου οργανώνουν ένα εκπληκτικό αντάρτικο, που θα δυσκολέψει κατά πολύ τη ζωή του τουρκικού στρατού, αλλά και θα καταφέρει να σώσει ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Κι ενώ έχει ήδη αποφασιστεί ο μαζικός εκτοπισμός των αντρών 20 – 45 ετών στα φοβερά τάγματα εργασίας, τα περιβόητα αμελέ ταμπουρού, απ’ όπου ελάχιστοι θα επιζήσουν, αρχίζουν και οργανώνονται οι πρώτες ανταρτικές ομάδες, κυρίως στο Δυτικό Πόντο, στις περιοχές της Αμισού και της Πάφρας, με κύριο σκοπό την προστασία του πληθυσμού, που είναι έρμαιο των λεηλασιών, των εξευτελισμών, των εκτελέσεων και των βιασμών. Το ότι από τις 183.000 Ελλήνων της Αμάσειας, επέζησαν έστω και οι 50.000 οφείλεται στην προστασία της περιοχής από τους αντάρτες. Από τους πρώτους που πήραν τα βουνά ήταν ο Βασίλης Ανθόπουλος ή Βασίλ – αγάς, που μαζί με την ομάδα του έγινε ο φόβος κι ο τρόμος των Τούρκων της Αμισού. Ο Παντελής Αναστασιάδης, εξ άλλου, ή Παντέλ – Αμισού κατόρθωσε να αντιμετωπίσει σε πολυήμερη μάχη στο Αγιού – Τεπέ (1917) χιλιάδες στρατού, ενώ κατά τη μάχη του Νεμπιένταγ της Πάφρας, όπου οι αντάρτες ήρθαν αντιμέτωποι με ολόκληρο τουρκικό σύνταγμα άριστα εξοπλισμένο, προτίμησαν έναν περήφανο θάνατο.
Πράγματι, όταν εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους και προκειμένου να συλληφθούν από τους Τούρκους, αφαίρεσαν μόνοι τους τη ζωή τους. Αυτή άλλωστε δεν ήταν η μόνη πράξη αυτοθυσίας των Ποντίων, αφού στη Σιμικλή Κερασούντας, που μετατράπηκε σε καινούριο Ζάλογγο, οι γυναίκες, σαν τις Σουλιώτισσες, προτίμησαν να πέσουν στο ποτάμι να πνιγούν, παρά να πέσουν στα χέρια των Τούρκων.
Ο Αναστάσιος Παπαδόπουλος ή Κοτσά Αναστάς, το 1921 εξόντωσε 700 Τούρκους στρατιώτες στο βουνό Τόπσαμ ενώ ο Ιστύλ – αγάς αποδεκάτισε τους οθωμανούς στο χωριό Δαζλή. Πολλές και αξιόλογες ήταν οι ανταρτικές ομάδες, που λόγω οικονομίας χώρου είναι αδύνατο να αναφερθούν. Επιβάλλεται, ωστόσο, να γίνει μνεία για τη Σάντα του Ανατολικού Πόντου, όπου οι αντάρτες, αφού κατατρόπωσαν τον τουρκικό στρατό στη μάχη των Κοπαλάντων το 1918, ανάγκασαν τους Τούρκους να της αποδώσουν μια σχετική μορφή αυτονομίας, με αποτέλεσμα να μην την ξαναενοχλήσουν μέχρι το 1921, οπότε ο Κεμάλ με τον πολυάριθμο στρατό του την κατέστρεψε. Μολονότι ο ακαταπόνητος αρχηγός των ανταρτών Ευκλείδης Κουρτίδης με τα παλικάρια του κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες, το μόνο που κατάφεραν ήταν να σώσουν τα περισσότερα γυναικόπαιδα. 6 – 7.000 υπολογίζεται ότι ήταν οι αντάρτες. Η δύσκολη ζωή τους μέσα σε σπηλιές και καλύβες, πάνω στα απόκρημνα βουνά με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και τη δυσεύρετη τροφή, τους έκανε σκληροτράχηλους και εξαιρετικούς πολεμιστές. Το χιόνι διέκοπτε την τροφοδοσία, ενώ τα όπλα τους στην αρχή δεν ήταν παρά μαχαίρια και αξίνες.
Επανειλημμένες εκκλήσεις για βοήθεια προς την ελληνική κυβέρνηση δεν βρήκαν καμία απήχηση. Αργότερα τους προμήθευσαν με όπλα οι Ρώσοι. Είναι πολύ πιθανό, αν οι αντάρτες είχαν από κάπου υποστήριξη, η Ιστορία να είχε πάρει άλλη τροπή. Στο μεταξύ, οι Τσέτες (κυρίως ληστές) που έχουν ενταχθεί στην τουρκική χωροφυλακή δεν αφήνουν τίποτε όρθιο. Πλήθος φρικαλεοτήτων και βιαιοπραγιών ταλανίζουν τον πληθυσμό, ενώ οι μετατοπίσεις συνεχίζονται ολοένα και συστηματικότερα προς το εσωτερικό της χώρας. Οι περισσότεροι θα χάσουν τη ζωή τους στις ατέλειωτες πορείες θανάτου, από την κακομεταχείριση, την έλλειψη τροφής, τη δίψα και τις αρρώστιες. Ατέλειωτα καραβάνια δύστυχων ανθρώπων, γυναικών, παιδιών, γερόντων και ανήμπορων σέρνονται προς τα βάθη της Ανατολής. Οι πεθαμένοι εγκαταλείπονται άταφοι, οι μανάδες δεν μπορούν να κλάψουν τα νεκρά παιδιά τους. Θα μπορούσε κανείς να πει πως ολόκληρος ο δρόμος από τη γη του Πόντου προς το εσωτερικό είναι σπαρμένος με κόκαλα. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 1917 είχε κιόλας υποκύψει το ¼ του εκτοπισθέντος πληθυσμού. Από τις 14.000 που ξεκίνησαν από την Κερασούντα, για παράδειγμα, μόνο οι 4.000 επιβίωσαν. Ο ίδιος ο Τζεμάλ Νουζχέτ, άλλωστε, νομικός σύμβουλος στο φρουραρχείο της Κωνσταντινούπολης, αποδοκίμασε έντονα τις πρακτικές του Κεμάλ και κατήγγειλε ότι το 90% των Ελλήνων της Πάφρας είχε εξοντωθεί.
Στις 19 Μαίου 1919 – που ορίστηκε σαν ημέρα μνήμης της γενοκτονίας - ο Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα, έχοντας υπό τις διαταγές του δύο σώματα στρατού. Πρώτη του δουλειά να κηρύξει το μίσος κατά των Ελλήνων και να συστήσει μυστική οργάνωση με το όνομα Mutafai Milliye. Η τελευταία πράξη του δράματος ξεκινά. Όταν τελειώσει δεν θα έχει μείνει τίποτα πια. Μόνο καμένη γη και πτώματα. Τίποτα που να θυμίζει πως εδώ κάποτε έζησαν Έλληνες. Με την επικράτηση του Κεμάλ οι διωγμοί γίνονται εντονότεροι. Καθημερινά, χωρικοί βρίσκονται κακοποιημένοι και δολοφονημένοι στα χωράφια τους. Σε όλες τις πόλεις του Πόντου στήνονται τα Έκτακτα Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας, που με συνοπτικές διαδικασίες καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του Πόντου. Ο ανταποκριτής της Daily Telegraph έγραφε λίγους μήνες αργότερα: «Οι τωρινοί εκτοπισμοί και οι σφαγές στη Μ. Ασία είναι χωρίς προηγούμενο στην τουρκική ιστορία». Στο διάστημα αυτό και μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου οι Πόντιοι, βλέποντας πως έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση, ζητούν να συμπεριληφθούν στο ελληνικό κράτος. Ο Βενιζέλος όμως αρνείται κατηγορηματικά με την αιτιολογία ότι η περιοχή βρίσκεται πολύ μακριά για να μπορεί η Ελλάδα να την προστατέψει. Τελικά, το 1920 ιδρύεται η Ποντοαρμενική Ομοσπονδία. Συμφωνήθηκε η στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας και Αρμενίας με σκοπό την προστασία του Πόντου από τους Τούρκους. Δυστυχώς όμως η ήττα των Αρμενίων στο Ερζερούμ είχε σαν συνέπεια την εγκατάλειψη των Ποντίων στο έλεος του Θεού. Περίπου 250.000 Πόντιοι εξοντώθηκαν μεταξύ 1914 και 1922. Το έγκλημα στοιχειοθετεί αναμφισβήτητα γενοκτονία, που σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο είναι το χειρότερο έγκλημα και δεν παραγράφεται όσα χρόνια κι αν περάσουν. Το θέμα είναι ότι η Τουρκία, ως συνήθως, δεν παραδέχεται καμία από τις ανομίες της και ότι η Ελλάδα, και πάλι ως συνήθως, δεν διεκδικεί τίποτα επί του θέματος. Αντίθετα μάλιστα, σε λίγο η «αγαπητή γείτων» θα γίνει συν – εταίρος μας! «Πλήρης ένταξη με πλήρεις προϋποθέσεις», δήλωσε η κυρία Μπακογιάννη. Μήπως μία από τις προϋποθέσεις πρέπει να είναι και η αναγνώριση της γενοκτονίας από την Τουρκία;
Τον Οκτώβριο του 1922 με τη μεσολάβηση των συμμάχων η ελληνική κυβέρνηση και ο Κεμάλ συμφώνησαν να μεταφερθούν όσοι Έλληνες του Πόντου είχαν απομείνει, με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη κι από εκεί με ελληνικά στην Ελλάδα. Έτσι, κατέφθασαν στη μητέρα πατρίδα περί τις 400.000 Πόντιοι πρόσφυγες, ανέστιοι και ξεριζωμένοι, που μαζί με τους Ίωνες αναδύθηκαν σε έναν τιτάνιο αγώνα επιβίωσης. Οι πιο πολλοί εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία και τη Θράκη, πολλές χιλιάδες, ωστόσο, βρίσκονται σήμερα εκτός ορίων Ελλάδας, στον Καναδά, την Αμερική, την Αυστραλία, τη Ρωσία, αποτελώντας κι αυτοί ένα κομμάτι της Ομογένειας.Ένα είναι σίγουρο: οι άνθρωποι αυτοί, με την εργατικότητα και το κοφτερό μυαλό τους, όχι μόνο συναρμολόγησαν ξανά τη ζωή τους, αλλά και οι ίδιοι και οι απόγονοί τους, όπου γης, πρόκοψαν και προκόβουν σε όλους τους τομείς και προ παντός είναι πάντα περήφανοι για την καταγωγή τους.
Και τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από τον ηρωισμό των Ελλήνων του Πόντου! Ιστορίες που σε μας τους νεώτερους μοιάζουν με παραμύθι. Με θρύλο σκεπασμένο από την αχλή του χρόνου, από τη σκόνη της Ιστορίας, με ήρωες ξεχασμένους στα βάθη της μνήμης αυτών που φεύγουν πια από κοντά μας και που αποτελούσαν τους μοναδικούς μάρτυρες της γενοκτονίας, που τα διηγούνταν στα εγγόνια και τα δισέγγονα με δάκρυα στα μάτια, με πόνο ψυχής. Και τώρα τι έχει μείνει πια από τα «παραμύθια» της γιαγιάς; Πώς θα κρατήσουμε ζωντανές τις μνήμες; Πώς θα μάθουν τα παιδιά την ιστορία του παππού και του προπάππου; Κάποιοι έχυσαν το αίμα τους για μια ιδέα, γιατί δεν απαρνήθηκαν τις ρίζες τους, την ελληνικότητά τους, την καταγωγή τους. Κάποιοι έπεσαν θύματα της μισαλλοδοξίας, της αμάθειας και του φανατισμού των Αγαρηνών. Κάποιοι θυσιάστηκαν στο βωμό του κεμαλισμού και του παντουρκισμού, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το Δούρειο Ίππο με τον οποίο η σύμμαχος των Τούρκων Γερμανία, συνυπεύθυνη για τη γενοκτονία – Τι παράδοξο! Δυο φορές μέσα στον ίδιο αιώνα! - προσπάθησε να αλώσει οικονομικά και πολιτικοστρατιωτικά την Εγγύς και Μέση Ανατολή. Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κρατήσουμε άσβεστη την ιστορική μνήμη. Πώς όμως μπορεί να γίνει αυτό; Από στόμα σε στόμα; Είναι ντροπή! Είναι απαράδεκτο να μην διδάσκεται η γενοκτονία του Πόντου και γενικότερα των Μικρασιατών στο μάθημα της Ιστορίας στα σχολεία! Λαός που δεν γνωρίζει την Ιστορία του κινδυνεύει να χάσει την εθνική του ταυτότητα. Και όσο κάποιοι προσπαθούν και επιμένουν να παραχαράζουν την Ιστορία, τόσο οι νεότερες γενιές έχουν υποχρέωση να μαθαίνουν και να υπερασπίζονται την ιστορική αλήθεια.
Επιστολή μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας
Μαΐου 15, 2009
Επιστολή μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας
1921
7βρ 5 Κυριακή
Γλυκυτάτη μου Κλειώ
Σήμερον ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε όλοι, περί τους 100 από διάφορα μέρη. Έχει αποφασισθεί ο δια της κρεμάλας θάνατος. Αύριον θα πηγαίνουν οι 60, μεταξύ αυτών οι 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει ο δι’ αγχόνης θάνατος.
Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει τους ουρανούς και σε σας να δώσει ευλογίαν και υπομονήν και άλλο κακόν να μη δοκιμάσητε.
Όταν θα μάθετε το λυπηρόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμον, να έχετε υπομονή.
Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν. Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ. Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα από τα παιδιά τον Γέργον να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης. Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά. Από τα μικρά, τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν. Την Φωφών να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις.
Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσιν όπως χωρίς αμοιβήν διεκπεραιώσει όλας τα οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσητε.
Ο παπα Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη. Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον. Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδελφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι.
Αντίο βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ μου
ο υμέτερος
Αλ. Γ. Ακριτίδης
Άψoν πατρίδας κοιμητήρ
Άψον πατρίδας κοιμητήρ', ας άφτ' ο κόσμον όλον,
Να σκουντουλίζ'νε τα ρασιά, θύμπιρην κι ευωδίαν
Πατρίδα αδικόκριτα κι ανέλπιστα ντ' εχάθες,
Πατριδα μαυροθάλασσα ψηλορασοπενεύτρα,
Ποία καρδίας κ' έκλαψαν καρδίας κ' εματώθαν
Κι ομμάτια κ' εγομώθανε, κ' εδιακροποταμίγαν,
Ποίος επέμ'νεν οξοπίς, να κρούει την καμπάναν,
Να άφτ' τα μελισόκερα, ‘ς ση ιερού την πόρταν,
Να άφτ' τον πολυέλαιον τον τρουλοκρεμαμένον,
Και ‘σ ση καντήλαν τη Χριστού , τα' ανέζβιγον καντήλαν
Να ξύν΄ελάδ' και πατουρεύ φυτίλ' πέντε γάτια..
Πατρίδα μ' αναράευτον, ανάσπαλτον πατρίδα
Τα δόξας και τα κάλε σου εζήλεψεν η χώρα
Και με τον κόρκον τ' αξινάρ έκοψεν τα κλαδίας,
Κι εφέκε μας ‘ς σην ξενητέν ‘ς ση κόσμι' ς τα στερίας.
********************************************
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ (ΘΩΜΑΣ ΑΚΡΙΤΙΔΗΣ, ΛΕΥΚΟΤΟΠΟΣ ΣΕΡΡΩΝ):
Για τον Πόντο:
Ανάψτε το κοιμητήρι της χαμένης Πατρίδας
Ανάψτε το κοιμητήρι της χαμένης Πατρίδας
Καντήλι ανάψτ' ευλαβικά στη μνήμη της Πατρίδας.
Καντήλι ας ανάψουμε, ανάψτε ο κόσμος όλος!
Για μοσχοβόλι των βουνών, θυμάρι κι ευωδία
Για εσέ Πατρίδα που άδικα κι ανέλπιστα εχάθης...
Πατρίδα’ μ, μαυροθάλασσα, πενεύτρα των κορφών σου!
Πόσες καρδιές δεν έκλαψαν, καρδιές που τις ματώσαν
και μάτια δε βουρκώσανε με δάκρυα ποτάμια...
Και ποιος ξωπίσω εξέμεινε, καμπάνα να χτυπάει,
ν' ανάβει μελισσόκερα, στου Ιερού την πόρτα,
ν' ανάβει τον πολυέλαιον, τον τρουλοκρεμασμένον,
και στην καντήλα του Χριστού, στην άσβεστη καντήλα,
λάδι να ρίχνει ευλαβικά, φυτίλι να αλλάζει...
Πατρίδα μου μονάκριβη, αξέχαστη πατρίδα,
τις δόξες και τα κάλη σου τα εζήλεψεν η χώρα,
μα τα παιδιά σου τάκοψε τούρκικο αξινάρι...
Κι έστειλ' εμάς στην προσφυγιά, στου κόσμου την ορφάνια...
(Μετάφραση-διασκευή από την ποντιακή: Θωμάς Ακριτίδης)
Για αποστολή μηνύματος
http://thalassa-karadeniz.livepage.gr/tags
Όχι άλλες χαμένες Πατρίδες!
Πατρίδα μου Ελλάδα,
Μητέρα αμέτρητων αρχαίων σοφών και φιλοσόφων,
Λίκνο πολιτισμού πανάρχαιο,
είσαι εσύ που πρώτη δίδαξες στον κόσμο
σεμνά κι' απλόχερα,
το τι σημαίνει Δημοκρατία, Ελευθερία
κι Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια!...
Και ποιο ήταν το ευχαριστώ;
Αμέτρητοι εχθροί,
βάρβαροι Πέρσες, Ρωμαίοι, Άβαροι
Βούλγαροι, Βενετοί και Σταυροφόροι,
Τούρκοι, Ιταλοί και Γερμανοί και ξανά Τούρκοι,
χύμηξαν όλοι με δόλο
κι ανείπωτο θράσος κατά πάνω σου,
για να κατασπαράξουν με βουλιμία,
σαν τ’άγρια θηρία, τη Γη και τα παιδιά σου!
Ο πληρωμένος Εφιάλτης
πρόδωσε τον αγώνα του Λεωνίδα σου,
στις Θερμοπύλες,
δολοφονώντας
τους τριακόσιους Σπαρτιάτες μαχητές,
που προτίμησαν
αντί να υποδουλωθούν
να βροντοφωνάξουν
“ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!”
και να θυσιάσουν -μέχρις ενός- τις ζωές τους
για τα ιδανικά της φυλής!...
Και μέσα απ’την ανοιχτή κερκόπορτα,
άλλο προδοτικό χέρι υστερότερα,
παράδωσε Πόλη, Βυζάντιο κι Ελληνισμό
βορά στην αδηφάγο βαρβαρότητα
των Τούρκων!...
Στ’ ατέλειωτα 400 χρόνια
της σκλαβιάς,
με βάρβαρες σφαγές,
κι απίστευτη ταπείνωση
πλήρωσαν
γενιές αμέτρητες Ελλήνων,
ώσπου και πάλι
οι ήρωες του 21
μας ξανανάστησαν
με θυσίες
που στοίχησαν
ποτάμια από αίμα και δάκρυα...
Με νέους αγώνες
ελευθερώθηκε και ξαναμεγάλωσε
η πατρίδα μας
κι έφτασε ξανά, μέχρι εκεί ψηλά στον Έβρο!...
Μα οι εχθροί κι οι άσπονδοι φίλοι μας,
φρόντισαν να μας αρπάξουν ξανά,
την ακριβοπληρωμένη ελευθερία μας.
Πρώτα
με τη σύμφωνη γνώμη
και τη βοήθεια
των “συμμάχων μας”,
(για ευνοήτους λόγους)
οι Τούρκοι ματοκύλησαν
και κατέλαβαν
για πάντα
την πανάρχαια ελληνική Γη του Πόντου μας,
σκοτώνοντας κοντά 360.000 πατριώτες
κι εκδιώκοντας βάναυσα τους υπόλοιπους...
Κι ύστερα,
με την ίδια σύμφωνη γνώμη και βοήθεια
των “συμμάχων”
καταρήμαξαν το λαό μας
στη Μικρασία,
δολοφονώντας άγρια
πάνω από ένα εκατομμύριο
Έλληνες!...
Καν σαν να μην έφταναν
όλ’ αυτά,
μας έμπλεξαν
και σε δυο μεγάλους πολέμους
φέρνοντας κατοχή, πείνα και δυστυχία
όπου και πάλι σαν ήρωες
πολέμησαν
κι έπεσαν οι Έλληνες!...
Κι αντί για ένα ευχαριστώ
για τους χιλιάδες νεκρούς
Έλληνες πατριώτες
οι “σύμμαχοι”
μας ζήτησαν με θράσος
να παραδόσουμε άνευ όρων
τη Βόρειο Ήπειρο
στους Αλβανούς!
Και για να συμπληρωθεί το καρέ
οι καλοί μας φίλοι και “σύμμαχοι”
μας οδήγησαν “φιλικά”
μετά τη γερμανική κατοχή
σ’έναν άγριο
εμφύλιο σπαραγμό,
έτσι για το “διαίρει και βασίλευε”,
για να μας ξεδοντιάσουν
και να μας καταστρέψουν
ακόμη πιο εύκολα,
μια ώρα αρχύτερα!
Κι ύστερα έφεραν
και τη χούντα
των συνταγματαρχών
για να δολοφονήσουν
το δύστυχο κυπριακό λαό
και να παραδόσουν
άδικα και με δόλο
τη μισή Κύπρο
- άνευ όρων -
στους Τούρκους...
Εδώ κι ενενήντα χρόνια
εμάς τους Έλληνες μας πήραν
Πόντο, Μικρασία, Σμύρνη,
Βόρειο Ήπειρο, Κύπρο...
Και σήμερα Σλάβοι,
Τούρκοι, Αλβανοί
και διάφοροι άλλοι αόρατοι εχθροί
μέσα κι έξω απ’ την Ελλάδα
καραδοκούν έχοντας στραμένο το βλέμα
στη Μακεδονία, στα νησιά και στο Αιγαίο,
στη Θράκη, στην Ήπειρο και στην Κρήτη...
Αυτό που τούτη τη στιγμή προέχει
πάνω απ’όλα είναι
ενωμένοι όλοι μαζί,
σαν μια γροθιά, οι Έλληνες
νάχουμε πάντα τα μάτια ανοιχτά
για ν’αναποδογυρίσουμε
τα σχέδια των εχθρών
και των άσπονδων φίλων μας,
νοικοκυρεύοντας
με δίκαιο τρόπο τη χώρα μας
κι οπλίζοντάς την σαν αστακό,
έτσι ώστε να μην θρηνήσουμε
ποτέ ξανά
ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΧΑΜΕΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ!...
Why so much unfairness?
(Poem dedicated to the Genocide of Pontus, 1914-1922)
Cooper mining deposits in Asia Minor
raised
on the second decade
of the 20.th century,
vital economic interests
in Germany,
which had to be urgently satisfied!...
So send the Germans, immediately,
a claim to the Turks,
in order to expulse,
by any means,
the Greek population,
out of Pontus...
And therefore, on a cold day,
early in the year 1921, in Pontus,
a Greek man
was standing in the prison,
with many others like him,
-since 1914, a familiar frightend scene,
for thousands of pontic Greeks, indeed...-
near the gallows,
waiting to his death,
after one, or two days...
He stayed there,
feelling
so dazed and stunned,
that everything around him
was rotating...
He thought hopeless,
having a lump in his throat,
on his children,
on his wife, on his parents and on his friends,
while he was vainly looking
for an answer
to all these reasonable questions:
“Why so much unfairness?
Why do they want to kill all of us?
What was wrong with us?”...
The only thing,
that we can still do,
for all these poor people now,
is to cry silent,
and to pray to God,
that they were the last innocent victims,
all over around the world,
who ought to die,
due to the fact,
that the vital economic interests
of the richies,
must, in any case and at any price,
be fully satisfied!...
Thomas Akritidis, Levkotopos, Greece
Ο ΠΟΝΤΟΣ ΚΙ ΟΙ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΟΥ
Πατρίδα' μ μαυροθάλασσα, πανάρχαια πατρίδα,
τη Μιθριδάτ' το καύσεμαν, τη Κομνηνών το θάμαν...
Τριάντα αιώνας έστεκες, περήφανον αδάκα
κι ανέπτυξες τα γράμματα, το εμπόριον και τα τέχνας
κι ένουσνε κάστρον άπαρτον κι Ελλήνων προμαχώνας...
Κι έρθανε χρόνε δύστυχα με δάκρεα γομάτα,
αφού έρθαν Τούρκοι βάρβαροι, τον Πόντον μουν να παίρνε,
και ν' αφανίζνε τη φυλήν, να κάγνε και να σπάζνε
νέους και γέρους και μωρά, μανάδες και γραιάδες...
Κι εμάζευαν τη Έλληνες, σε πόλεις και χωρία
κι απές σ' οσπίτε εβάλνανετ'ς κι απές σα εγκλεσίας
κι αφού εκλειδαμπάρωναν πόρτας και παραθύρε,
μ' άψιμον ή με τ' αξινάρ την πσήναν τουν επαίρναν...
Κι απάν ση Πόντου τα βουνά και τα ψηλά ρασία,
τα παλληκάρε εξέβανε, τη Πόντου οι αντάρτες
και πολεμούνε όλ' τη Τούρκς, που την Πατρίδαν σπάζνε,
και βάρβαρα και άνανδρα τη Πόντιοις ματώνε,
μόνον γιατί έσαν Έλληνες και Χριστιανοί αντάμα!...
Όπλα τουν εν έναν μασέρ, εν' αξινάρ και ένα δύο βόλε
και πολεμούνε άνισα, όπως ο Λεωνίδας,
με τη καρδίας την δύναμιν, άμων κι οι τριακόσιοι,
που όπως και τότε, αέτς κι αδά, σε άλλα Θερμοπύλας
με ίδια πάντα ιδανικά και πίστιν σην πατρίδαν
από καρδίας ηρωικά «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!...» τσαϊζνε!...
Βασίλ Αγάς1, Παντέλ Αμισού2, Ευκλείδης3 και Κουρτίδης4
μ' όλα τα παλληκάρε τουν τον Τούρκον κυνηγούνε
κι είντανε όλων των εχθρών ο φόβος και ο τρόμος
και σώζνε αέτς οι ήρωες, χιλιάδες πατριώτες!...
Αμάσεια, Σάντα ηρωική, Σαμψούντα, Κερασούντα,
αρχαία Σινώπη ξακουστή, Μπάφρα και Τραπεζούντα
είντανε με τα ηρωισμούς και την αυτοθυσίσν
των Πόντιων των Ανταρτών, ση Πόντου τα ρασία,
μάρτυρες αδιάψευστοι κι αιώνια μνημεία,
για ιστορικήν συνέπειαν και τη φυλής συνέχειαν...
Όμως οι Τούρκοι εν πολλοί κι οι Πόντιοι ολίγοι,
κι οι αντάρτες όλον χάνουνταν και όλον λιγοστεύνε...
Παρακαλούνε τ' Έλληνες σην μακρυνήν πατρίδαν
βοήθειαν πολεμικήν αγλήορα να στέλνε,
για να επορούν να κυνηγούν τον βάρβαρον τον Τούρκον
και με τ' εκείντς από κοινού, εκείνον να νικούνε...
Όμως εκείνο το καράβ', με οπλισμόν γομάτον,
που αραγμένον έτονε ση Πειραιά τον μώλον,
κι έτοιμον έτονε να φεβ, να πάει για τον Πόντον,
ξάει πα κι εξεκίνεσεν, σον Πόντον ξάει κι εδεύεν...
κι εφέκεν τη αντάρτες μουν
χωρίς έναν βοήθειαν,
να πολεμούνε μαναχοί κι αδύναμοι τον Τούρκον. . .
Κι όταν έντον αδύνατον ατήντς να πολεμούνε,
αντί τελείως άδοξα σα σέρε τουν να ρούζνε,
παίρνε απόφασιν τρανόν κι ευθύς αυτοκτονούνε. . .
Λύρα'μ τραγούδα πένθιμα, η Ρωμανία επάρθεν...
Η λύρα'μ εν κοκκίμελον και το ξαρί'μ μελέαν...
και για τ' ατό και τραγωδεί
και τραγωδεί και κλαίει
και κσύν τα δάκρεα ποταμούς
και για τη αντάρτες λέει:
"Αραοίκ' εν οι ήρωες, τη Πόντου οι αντάρτες,
που πολεμούν τη βάρβαροις, σε άνισον αγώνα
με τη καρδίας το πύρωμαν και με ποτάμε γέμαν,
και θα εν πάντα για τ' ατό, σην Ιστορίαν του Πόντου,
αξέχαστοι κι αθάνατοι κι αιώνια τιμημένοι,
ως άξιοι απόγονοι τη θρυλικού Λεωνίδα,
που πάντα σ' ούλτ'ς τη νεωτέρτς,
τον δρόμον θα δεκνείζνε!..."
© Θωμάς Ακριτίδης, Λευκότοπος Σερρών
------------------
1 : Βασίλειος Ανθόπουλος
2 : Παντελής Αναστασιάδης
3 : Ευκλείδης Κουρτίδης
4 : Κώστας Κουρτίδης
------------------------------
ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ-
Ήταν στα 386, Παρθένα Παναγία,
Δέσποινα Αθηνιώτισσα και του Θεού Μητέρα,
που πες στους δύο μοναχούς Σωφρόνιο και Βαρνάβα,
την Ιερή Εικόνα Σου, απ' του Λουκά το χέρι,
μέσ' από την Ακρόπολη, να πάρουν και να πάνε,
πάνω στου Πόντου τις κορφές και στου Μελά τα όρη.. .
Μ' ένα όνειρο που έστειλες Εσύ, Σεπτή Μητέρα
και μία φλόγα οδηγό, για να τους κατευθύνεις,
έφτασες πάνω στου Μελά, στα θεόρατα τα βράχια,
και μοναστήρι ζήτησες, κει πάνω να σου φτιάξουν...
πανώριο θάμα ασύλληπτο, ψηλά στην Τραπεζούντα,
που κρέμεται περήφανο, πάνω απ'τον Πυξίτη,
για νάσαι πάντοτε εκεί, τον Πόντο να φυλάγεις...
Πρώτα έχτισαν μια εκκλησιά του Μέγα Αρχαγγέλου,
του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, τη μνήμη να λατρέψουν...
κι ύστερα ο Επίσκοπος από την Τραπεζούντα,
που 'νοιωσε μέσα στην ψυχή, βαθειά τις θείες βουλές Σου,
βοήθησε τους μοναχούς, να χτίσουν μέσ' στο σπήλιο
τον Ιερό και Πάνσεπτο, θαυματουργό Ναό Σου...
Πάνω στο όρος του Μελά του πενεμένου Πόντου,
μόναζαν τότε αμέτρητοι Άγιοι και Πατέρες,
που ακολουθούσανε πιστά και μ' ιερή ευλάβεια,
κανόνες και προστάγματα του Μέγα Βασιλείου,
κι ότι ακόμη έγραψε η πένα του Θείου Λόγου,
του Ιεράρχη του Σοφού, Γρηγόριου Θεολόγου...
Καμμιά ανθρώπινη ψυχή δεν βρίσκει άλλο τόπο,
πάνω σ' ολόκληρη τη Γης, σ'όλης της Γης τα μέρη,
που να την κάνει να αισθανθεί τόσο μεγάλη ανάγκη,
μέσα απ' τα χείλη προσευχή με θέρμη να ψελίσει
και το Θεό μ' ευλάβεια αγνή να προσκυνήσει,
όσο σ' αυτό το άγριο, αλλά και άγιο όρος,
στο κολχικό κι αειθαλές βουνό Μελάς του Πόντου...
Φήμη μεγάλη απόχτησες σπουδαίο Μοναστήρι
της Παναγιάς της Σουμελάς, πάνω απ' την Τραπεζούντα,
πλούτη και δόξα αμέτρητη από Ρωμιούς και Τούρκους,
Έλληνες Αυτοκράτορες, αλλά και Μουσουλμάνους,
που την εικόνα Σου ήρθανε, σεμνά να προσκυνήσουν...
Προσκυνητές συνέρρεαν από παντού ολούθε,
από τον Πόντο τον πιστό κι απ' την Καππαδοκία,
απ' τη Ρωσία τη μακρυνή κι απ' τη Μικρά Ασία,
αλλά και από τις πολλές παραδουνάβιες χώρες...
Σπουδαίοι Αυτοκράτορες, βυζαντινοί μεγάλοι,
κι άλλοι ακόμη ένδοξοι από την Τραπεζούντα,
ο Μανουήλ, οι Αλέξιοι, Βασίλειος κι Ιωάννης,
δώρα πολλά προσέφεραν και περισσά προνόμια,
ένα σωρό οχυρώματα, όπως κι ανακαινήσεις,
φιρμάνια και χρυσόβουλα, κειμήλια και σιγίλια...
Σταυρό με τιμιόξυλο αμύθητης αξίας,
προσέφερε ευλαβικά ο Μανουήλ ο Γ'
κι ο Αλέξιος Γ' ο Κομνηνός, από ευγνωμοσύνη,
που από θάμα σώθηκε μέσ' από τρικυμία,
για να νικήσει τους εχθρούς της Άγιας Παναγίας,
τάζει στη Μεγαλόχαρη νέα οχυρά και πύργους
κι άλλα πολλά νέα κελιά κι άλλες ανακαινήσεις...
της δίνει και σεραντοκτώ χωριά,
φρουρούς να τη φυλάνε
και γίνεται για τη Μονή
ο "Νέος Κτήτοράς" 1 της...
Και ο Σουλτάνος ο Σελήμ,
τοπάρχης Τραπεζούντας,
σούδωσε με διάταγμα σουλτανικό σπουδαίο,
καθένα απ' τα προνόμια, που σούχαν δώσει όλοι
οι Κομνηνοί αυτοκράτορες από την Τραπεζούντα
κι έντυσε ολούθε με χαλκό τον Ιερό Ναό Σου...
Κι άλλοι πολλοί ήσαν αυτοί οι Τούρκοι οι Σουλτάνοι2,
που ευγνωμονώντας, έγιναν μεγάλοι Σου ευεργέτες!...
Μα ήλθαν χρόνια δύστυχα, χρόνια γεμάτα δάκρυ,
αφού ήρθαν Τούρκοι βάρβαροι, τον Πόντο μας ν' αρπάξουν,
όλους τους Πόντιους βάρβαρα και άνανδρα να σφάξουν,
και τη σεπτή Σου τη Μονή με βία να ρημάξουν...
Φανατισμένοι κι άνανδροι, βάρβαροι στρατιώτες,
με τον Κεμάλ τον Ατατούρκ να τους εξαγριώνει,
χύμηξαν κατα πάνω Σου με λύσσα να σε κάψουν
κι όλα Σου τα κειμήλια, με μίσος να τ' αρπάξουν...
Τα μόνα που εσώθησαν απ' το τυφλό το μίσος,
ήσαν ο Τίμιος Σταυρός και η σεπτή Σου Εικόνα,
όπως και το Ευαγγέλιο του Όσιου Χριστοφόρου,
που στο Μετόχι έκρυψαν της Άγιας Βαρβάρας
οι ευσεβείς οι μοναχοί, για να τα περισώσουν...
Σήμερα βρίσκοντ' όλα αυτά,
στο νέο Σου Μοναστήρι,
με μέριμνα ευλαβική
του ΦΙΛΩΝΑ ΚΤΕΝΙΔΗ,
Προσφυγοπούλα Δέσποινα,
των Πόντιων Πλατυτέρα
και με ευλάβεια περισσή,
φυλάγονται, για πάντα
στης Παναγιάς της Σουμελάς
την όμορφη Εκκλησία,
που στέκεται περήφανα
πάνω, ψηλά στο Βέρμιο
Tης Παναγιάς της Σουμελάς μεγάλο μοναστήρι,
δεκάξι αιώνες στέκεσαι, περήφανο κι ολόρθο!
Κι εσύ Σουμέλα Παναγιά, θαυματουργή Κυρά του,
που 'σαι για κάθε Έλληνα η ζωντανή ελπίδα,
το ιερό το καύχημα και η Αγία Σκέπη...
βοήθα Πλατυτέρα μου, Θεού Σεπτή Μητέρα
κι οδήγησε από ψηλά, του Πόντου τα βλαστάρια,
αλλά και κάθε Έλληνα, στ' άγια τα βήματά Σου,
να ξαναγίνουν δυνατοί και να μεγαλουργήσουν,
προκόβοντας πάντα σωστά, κάτω απ'τη σκιά Σου,
πάντα ενωμένοι σαν γροθιά, άξια δικά Σου φύτρα,
αφού θα είσαι πάντα Εσύ η Ιερή Οδηγήτρα!...
Θωμάς Ακριτίδης, Λευκότοπος Σερρών
1) Mέχρι το 1650 σωζόταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαμβική επιγραφή "Kομνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστόςBασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 μ.X.) INΔ IΓ΄".
2) Oι σουλτάνοι Bαγιαζίτ B΄, Σελήμ Δ', Mουράτ Γ', Σελήμ B', Iμπραήμ A΄, Mωάμεθ Δ', Σουλεϊμάν Γ΄, Mουσταφάς B, Aχμέτ Γ΄ αναγράφονται στους κώδικες της μονής, ως ευεργέτες.
Ο ΠΟΝΤΟΣ ΚΙ ΟΙ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΟΥ
Πατρίδα' μ μαυροθάλασσα, πανάρχαια πατρίδα,
τη Μιθριδάτ' το καύσεμαν, τη Κομνηνών το θάμαν...
Τριάντα αιώνας έστεκες, περήφανον αδάκα
κι ανέπτυξες τα γράμματα, το εμπόριον και τα τέχνας
κι ένουσνε κάστρον άπαρτον κι Ελλήνων προμαχώνας...
Κι έρθανε χρόνε δύστυχα με δάκρεα γομάτα,
αφού έρθαν Τούρκοι βάρβαροι, τον Πόντον μουν να παίρνε,
και ν' αφανίζνε τη φυλήν, να κάγνε και να σπάζνε
νέους και γέρους και μωρά, μανάδες και γραιάδες...
Κι εμάζευαν τη Έλληνες, σε πόλεις και χωρία
κι απές σ' οσπίτε εβάλνανετ'ς κι απές σα εγκλεσίας
κι αφού εκλειδαμπάρωναν πόρτας και παραθύρε,
μ' άψιμον ή με τ' αξινάρ την πσήναν τουν επαίρναν...
Κι απάν ση Πόντου τα βουνά και τα ψηλά ρασία,
τα παλληκάρε εξέβανε, τη Πόντου οι αντάρτες
και πολεμούνε όλ' τη Τούρκς, που την Πατρίδαν σπάζνε,
και βάρβαρα και άνανδρα τη Πόντιοις ματώνε,
μόνον γιατί έσαν Έλληνες και Χριστιανοί αντάμα!...
Όπλα τουν εν έναν μασέρ, εν' αξινάρ και ένα δύο βόλε
και πολεμούνε άνισα, όπως ο Λεωνίδας,
με τη καρδίας την δύναμιν, άμων κι οι τριακόσιοι,
που όπως και τότε, αέτς κι αδά, σε άλλα Θερμοπύλας
με ίδια πάντα ιδανικά και πίστιν σην πατρίδαν
από καρδίας ηρωικά «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ!...» τσαϊζνε!...
Βασίλ Αγάς1, Παντέλ Αμισού2, Ευκλείδης3 και Κουρτίδης4
μ' όλα τα παλληκάρε τουν τον Τούρκον κυνηγούνε
κι είντανε όλων των εχθρών ο φόβος και ο τρόμος
και σώζνε αέτς οι ήρωες, χιλιάδες πατριώτες!...
Αμάσεια, Σάντα ηρωική, Σαμψούντα, Κερασούντα,
αρχαία Σινώπη ξακουστή, Μπάφρα και Τραπεζούντα
είντανε με τα ηρωισμούς και την αυτοθυσίσν
των Πόντιων των Ανταρτών, ση Πόντου τα ρασία,
μάρτυρες αδιάψευστοι κι αιώνια μνημεία,
για ιστορικήν συνέπειαν και τη φυλής συνέχειαν...
Όμως οι Τούρκοι εν πολλοί κι οι Πόντιοι ολίγοι,
κι οι αντάρτες όλον χάνουνταν και όλον λιγοστεύνε...
Παρακαλούνε τ' Έλληνες σην μακρυνήν πατρίδαν
βοήθειαν πολεμικήν αγλήορα να στέλνε,
για να επορούν να κυνηγούν τον βάρβαρον τον Τούρκον
και με τ' εκείντς από κοινού, εκείνον να νικούνε...
Όμως εκείνο το καράβ', με οπλισμόν γομάτον,
που αραγμένον έτονε ση Πειραιά τον μώλον,
κι έτοιμον έτονε να φεβ, να πάει για τον Πόντον,
ξάει πα κι εξεκίνεσεν, σον Πόντον ξάει κι εδεύεν...
κι εφέκεν τη αντάρτες μουν
χωρίς έναν βοήθειαν,
να πολεμούνε μαναχοί κι αδύναμοι τον Τούρκον. . .
Κι όταν έντον αδύνατον ατήντς να πολεμούνε,
αντί τελείως άδοξα σα σέρε τουν να ρούζνε,
παίρνε απόφασιν τρανόν κι ευθύς αυτοκτονούνε. . .
Λύρα'μ τραγούδα πένθιμα, η Ρωμανία επάρθεν...
Η λύρα'μ εν κοκκίμελον και το ξαρί'μ μελέαν...
και για τ' ατό και τραγωδεί
και τραγωδεί και κλαίει
και κσύν τα δάκρεα ποταμούς
και για τη αντάρτες λέει:
"Αραοίκ' εν οι ήρωες, τη Πόντου οι αντάρτες,
που πολεμούν τη βάρβαροις, σε άνισον αγώνα
με τη καρδίας το πύρωμαν και με ποτάμε γέμαν,
και θα εν πάντα για τ' ατό, σην Ιστορίαν του Πόντου,
αξέχαστοι κι αθάνατοι κι αιώνια τιμημένοι,
ως άξιοι απόγονοι τη θρυλικού Λεωνίδα,
που πάντα σ' ούλτ'ς τη νεωτέρτς,
τον δρόμον θα δεκνείζνε!..."
© Θωμάς Ακριτίδης, Λευκότοπος Σερρών
------------------
1 : Βασίλειος Ανθόπουλος
2 : Παντελής Αναστασιάδης
3 : Ευκλείδης Κουρτίδης
4 : Κώστας Κουρτίδης
------------------------------
ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ-
Ήταν στα 386, Παρθένα Παναγία,
Δέσποινα Αθηνιώτισσα και του Θεού Μητέρα,
που πες στους δύο μοναχούς Σωφρόνιο και Βαρνάβα,
την Ιερή Εικόνα Σου, απ' του Λουκά το χέρι,
μέσ' από την Ακρόπολη, να πάρουν και να πάνε,
πάνω στου Πόντου τις κορφές και στου Μελά τα όρη.. .
Μ' ένα όνειρο που έστειλες Εσύ, Σεπτή Μητέρα
και μία φλόγα οδηγό, για να τους κατευθύνεις,
έφτασες πάνω στου Μελά, στα θεόρατα τα βράχια,
και μοναστήρι ζήτησες, κει πάνω να σου φτιάξουν...
πανώριο θάμα ασύλληπτο, ψηλά στην Τραπεζούντα,
που κρέμεται περήφανο, πάνω απ'τον Πυξίτη,
για νάσαι πάντοτε εκεί, τον Πόντο να φυλάγεις...
Πρώτα έχτισαν μια εκκλησιά του Μέγα Αρχαγγέλου,
του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, τη μνήμη να λατρέψουν...
κι ύστερα ο Επίσκοπος από την Τραπεζούντα,
που 'νοιωσε μέσα στην ψυχή, βαθειά τις θείες βουλές Σου,
βοήθησε τους μοναχούς, να χτίσουν μέσ' στο σπήλιο
τον Ιερό και Πάνσεπτο, θαυματουργό Ναό Σου...
Πάνω στο όρος του Μελά του πενεμένου Πόντου,
μόναζαν τότε αμέτρητοι Άγιοι και Πατέρες,
που ακολουθούσανε πιστά και μ' ιερή ευλάβεια,
κανόνες και προστάγματα του Μέγα Βασιλείου,
κι ότι ακόμη έγραψε η πένα του Θείου Λόγου,
του Ιεράρχη του Σοφού, Γρηγόριου Θεολόγου...
Καμμιά ανθρώπινη ψυχή δεν βρίσκει άλλο τόπο,
πάνω σ' ολόκληρη τη Γης, σ'όλης της Γης τα μέρη,
που να την κάνει να αισθανθεί τόσο μεγάλη ανάγκη,
μέσα απ' τα χείλη προσευχή με θέρμη να ψελίσει
και το Θεό μ' ευλάβεια αγνή να προσκυνήσει,
όσο σ' αυτό το άγριο, αλλά και άγιο όρος,
στο κολχικό κι αειθαλές βουνό Μελάς του Πόντου...
Φήμη μεγάλη απόχτησες σπουδαίο Μοναστήρι
της Παναγιάς της Σουμελάς, πάνω απ' την Τραπεζούντα,
πλούτη και δόξα αμέτρητη από Ρωμιούς και Τούρκους,
Έλληνες Αυτοκράτορες, αλλά και Μουσουλμάνους,
που την εικόνα Σου ήρθανε, σεμνά να προσκυνήσουν...
Προσκυνητές συνέρρεαν από παντού ολούθε,
από τον Πόντο τον πιστό κι απ' την Καππαδοκία,
απ' τη Ρωσία τη μακρυνή κι απ' τη Μικρά Ασία,
αλλά και από τις πολλές παραδουνάβιες χώρες...
Σπουδαίοι Αυτοκράτορες, βυζαντινοί μεγάλοι,
κι άλλοι ακόμη ένδοξοι από την Τραπεζούντα,
ο Μανουήλ, οι Αλέξιοι, Βασίλειος κι Ιωάννης,
δώρα πολλά προσέφεραν και περισσά προνόμια,
ένα σωρό οχυρώματα, όπως κι ανακαινήσεις,
φιρμάνια και χρυσόβουλα, κειμήλια και σιγίλια...
Σταυρό με τιμιόξυλο αμύθητης αξίας,
προσέφερε ευλαβικά ο Μανουήλ ο Γ'
κι ο Αλέξιος Γ' ο Κομνηνός, από ευγνωμοσύνη,
που από θάμα σώθηκε μέσ' από τρικυμία,
για να νικήσει τους εχθρούς της Άγιας Παναγίας,
τάζει στη Μεγαλόχαρη νέα οχυρά και πύργους
κι άλλα πολλά νέα κελιά κι άλλες ανακαινήσεις...
της δίνει και σεραντοκτώ χωριά,
φρουρούς να τη φυλάνε
και γίνεται για τη Μονή
ο "Νέος Κτήτοράς" 1 της...
Και ο Σουλτάνος ο Σελήμ,
τοπάρχης Τραπεζούντας,
σούδωσε με διάταγμα σουλτανικό σπουδαίο,
καθένα απ' τα προνόμια, που σούχαν δώσει όλοι
οι Κομνηνοί αυτοκράτορες από την Τραπεζούντα
κι έντυσε ολούθε με χαλκό τον Ιερό Ναό Σου...
Κι άλλοι πολλοί ήσαν αυτοί οι Τούρκοι οι Σουλτάνοι2,
που ευγνωμονώντας, έγιναν μεγάλοι Σου ευεργέτες!...
Μα ήλθαν χρόνια δύστυχα, χρόνια γεμάτα δάκρυ,
αφού ήρθαν Τούρκοι βάρβαροι, τον Πόντο μας ν' αρπάξουν,
όλους τους Πόντιους βάρβαρα και άνανδρα να σφάξουν,
και τη σεπτή Σου τη Μονή με βία να ρημάξουν...
Φανατισμένοι κι άνανδροι, βάρβαροι στρατιώτες,
με τον Κεμάλ τον Ατατούρκ να τους εξαγριώνει,
χύμηξαν κατα πάνω Σου με λύσσα να σε κάψουν
κι όλα Σου τα κειμήλια, με μίσος να τ' αρπάξουν...
Τα μόνα που εσώθησαν απ' το τυφλό το μίσος,
ήσαν ο Τίμιος Σταυρός και η σεπτή Σου Εικόνα,
όπως και το Ευαγγέλιο του Όσιου Χριστοφόρου,
που στο Μετόχι έκρυψαν της Άγιας Βαρβάρας
οι ευσεβείς οι μοναχοί, για να τα περισώσουν...
Σήμερα βρίσκοντ' όλα αυτά,
στο νέο Σου Μοναστήρι,
με μέριμνα ευλαβική
του ΦΙΛΩΝΑ ΚΤΕΝΙΔΗ,
Προσφυγοπούλα Δέσποινα,
των Πόντιων Πλατυτέρα
και με ευλάβεια περισσή,
φυλάγονται, για πάντα
στης Παναγιάς της Σουμελάς
την όμορφη Εκκλησία,
που στέκεται περήφανα
πάνω, ψηλά στο Βέρμιο
Tης Παναγιάς της Σουμελάς μεγάλο μοναστήρι,
δεκάξι αιώνες στέκεσαι, περήφανο κι ολόρθο!
Κι εσύ Σουμέλα Παναγιά, θαυματουργή Κυρά του,
που 'σαι για κάθε Έλληνα η ζωντανή ελπίδα,
το ιερό το καύχημα και η Αγία Σκέπη...
βοήθα Πλατυτέρα μου, Θεού Σεπτή Μητέρα
κι οδήγησε από ψηλά, του Πόντου τα βλαστάρια,
αλλά και κάθε Έλληνα, στ' άγια τα βήματά Σου,
να ξαναγίνουν δυνατοί και να μεγαλουργήσουν,
προκόβοντας πάντα σωστά, κάτω απ'τη σκιά Σου,
πάντα ενωμένοι σαν γροθιά, άξια δικά Σου φύτρα,
αφού θα είσαι πάντα Εσύ η Ιερή Οδηγήτρα!...
Θωμάς Ακριτίδης, Λευκότοπος Σερρών
1) Mέχρι το 1650 σωζόταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαμβική επιγραφή "Kομνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστόςBασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 μ.X.) INΔ IΓ΄".
2) Oι σουλτάνοι Bαγιαζίτ B΄, Σελήμ Δ', Mουράτ Γ', Σελήμ B', Iμπραήμ A΄, Mωάμεθ Δ', Σουλεϊμάν Γ΄, Mουσταφάς B, Aχμέτ Γ΄ αναγράφονται στους κώδικες της μονής, ως ευεργέτες.
http://www.addlink.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου